Αρχιερατική Θεία Λειτουργία τελέσθηκε την Δευτέρα του Πάσχα, 16η Απριλίου 2012, στονΠανηγυρίζοντα Ιερό Ναό του Αγίου Νεομάρτυρος Δημητρίου Τριπόλεως.
Ο Σεβ. Μητροπολίτης Μαντινείας και Κυνουρίας κ.κ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ, τέλεσε την Αναστάσιμη θεία Λειτουργιά, πλαισιωμένος εκ του Πρωτοσύγκελου και του Ιεροδιακόνου της Ιεράς Μητροπόλεως, των Ιερέων του Ιερού Ναού, πλήθους Ενοριτών και Τριπολιτών.
Από κοινού οι συμμετέχοντες στις λατρευτικές εκδηλώσεις, τίμησαν τόσο την Μνήμη του Αγίου Νεομάρτυρος, όσο και την Μνήμη του Ιερομάρτυρος Γρηγορίου του Ε΄ Πατριάρχου Κων/πόλεως, φροντίζοντας έτσι να δοθεί, η πρέπουσα μεγαλοπρέπεια και η αρμόζουσα τιμή προς τους Αρκάδες Αγίους Μας.
Η μνήμη του Αγίου Νεομάρτυρος Δημητρίου Τριπόλεως εορτάζετε την 14η Απριλίου εκάστου έτους. Την φετινή χρονιά έτυχε να συμπίπτει με την ημέρα του Μεγάλου Σαββάτου, σύμφωνα με το Εκκλησιαστικό τυπικό και πάντα με το πνεύμα των ημερών της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδος, η εορτή μεταφέρθηκε την Δευτέρα του Πάσχα. Σημειώνουμε δε, ότι την 22αν Μαΐου εκάστου έτους, συνεορτάζεται η μνήμη των Αγίων Νεομαρτύρων Δημητρίου και Παύλου, και είναι η ξεχωριστή ημέρα που αγάλλεται η Τρίπολή και Εορτάζει η Ιερά μας Μητρόπολη.
Η Μνήμη του Αγίου του Ιερομάρτυρος Γρηγορίου του Ε΄ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως εορτάζετε την 10η Απριλίου εκάστου έτους ( φέτος ήταν η ημέρα της Μεγάλης Τρίτης) έτσι μεταφέρθηκε την Δευτέρα του Πάσχα.
Ο Σεβ. Μητροπολίτης μας στο κήρυγμά του ανέφερε χαρακτηριστικά ότι « η ημέρα τελέσεως του μαρτυρίου των Αγίων ονομάζεται γενέθλιος ημέρα και αποτελεί την ημέρα μνήμης και εορτής τους» και ενθύμισε ότι αυτή την ημέρα η χριστιανοσύνη εορτάζει την Ιερά Μνήμη δύο Αρκάδων Αγίων, αυτή του Νεομάρτυρος Δημητρίου αλλά και αυτή του Αγίου Ιερομάρτυρος Γρηγορίου του Ε΄ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως ο οποίος απαγχονίστηκε στην Κεντρική Πύλη του Πατριαρχείου Κων/πόλεως το Πάσχα του 1821.
Ο Νεομάρτυς Δημήτριος
Ἀπολυτίκιον
Τῶν Ἀρκάδων τόν γόνον, καί τῆς Χίου ἀνάστημα
καί τό περιώνυμον ὄντως, τῆς Τριπόλεως καύχημα,
Δημήτριον τόν νέον οἱ πιστοί γεραίροντες ὡς Μάρτυρα Χριστοῦ, ἀνυμνήσωμεν βοῶντες, τῷ ἐν Ἁγίοις θαυμαστῷ Θεῷ ἡμῶν·
Δόξα τῷ ἐνισχύσαντι αὐτόν· δόξα τῷ στεφανώσαντι·
δόξα τῷ ἐνεργοῦντι δι' αὐτοῦ πᾶσιν ἰάματα.
Ο Νεομάρτυς Δημήτριος γεννήθηκε στην Λιγούδιστα, σημερινή Χώρα της Τριφυλίας, περί το 1779. Νωρίς έχασε την μητέρα του και έζησε με τον μικρότερο αδελφό του την ορφάνια, αλλά και την σκληρότητα της δεύτερης συζύγου του πατέρα του. Έτσι αναγκάστηκε να φύγη από το χωριό του και να πάη στην Τρίπολη για να εργαστή και να ζήση. Εκεί έμπλεξε με μία τουρκοπαρέα που τον ξελόγιασε και του βρήκε εργασία μεν, αλλά έχασε τον θησαυρό της ψυχής του, αφού αλλαξοπίστησε, έγινε μουσουλμάνος και ονομάστηκε Μεχμέτ.
Αργότερα κατενόησε το βαρύ του σφάλμα και έφυγε από την Τρίπολη για να φτάση στην Σμύρνη, όπου εργαζόταν μετανοημένος και σκεπτόμενος πως θα ξεπλύνη τη μεγάλη ντροπή. Πέρασε από την Σμύρνη στις Κυδωνιές και από εκεί στη Χίο ,όπου συνάντησε τον Άγιο Μακάριο, Επίσκοπο Κορίνθου, ο οποίος ησύχαζε εκεί. Στον Άγιο Μακάριο εξομολογήθηκε και εκεί πήρε τη μεγάλη απόφαση, να επιστρέψη στην Τρίπολη, όπου είχε αρνηθή τον αληθινό Θεό, και να ομολογήση ότι είναι πάλι Χριστιανός Ορθόδοξος, ότι είναι ο Δημήτριος. Έτσι και έγινε. Αφού έφτασε στην Τρίπολη, περνώντας από το σεβάσμιο Μοναστήρι της Παναγίας της Γοργοεπηκόου όπου διανυκτέρευσε και από το Μερκοβούνι, όπου ξεκουράστηκε κάτω από ένα βαθύσκιο δέντρο, (σήμερα στο τόπο αυτό υπάρχει μεγαλοπρεπής Ιερός Ναός επ ονόματι του Νεομάρτυρος και είναι ο Ενοριακός Ναός του Μερκοβουνίου), και από τον Άγιο Νικόλαο των Στρατώνων (εκκλησάκι κοντά στο στρατόπεδο της Τριπόλεως), συνήντησε τον Αρχιερατικό Επίτροπο της Τριπόλεως, Ιερέα Άντώνιο, εφημέριο του τότε Μητροπολιτικού Ναού του Αγίου Δημητρίου της Τριπόλεως, στον οποίον εκμυστηρεύτηκε την μεγάλη του απόφαση. Μετά από λίγες ημέρες, την Τρίτη της Εβδομάδος του Θωμά, 14 Απριλίου του 1803, ομολόγησε με θάρρος και παρρησία μεγάλη την πίστη του στον αληθινό Θεό και αξιώθηκε μαρτυρικού στεφάνου, την κεφαλήν αποτμηθείς υπό του απίστου τυράννου πλησίον της σιταγοράς της Τριπόλεως, στον τόπο όπου ευρίσκεται σήμερα Ιερός Ναός τιμώμενος στη μνήμη Του.
Τον βίο του έγραψε ο Νικηφόρος ο Χίος, μαθητής του Αγίου Μακαρίου και ο Ιωσήφ Νικολάου Καρώνης, τότε διάκονος του Δεσπότη της Τριπολιτσάς και μετέπειτα Επίσκοπος Ανδρούσης, ο οποίος συνέθεσε και την ασματική ακολουθία προς τιμήν του Αγίου, ευθύς μετά το μαρτύριό του.
Ο Διάκονος Ιωσήφ, παρηκολούθησε την πορεία προς το μαρτύριο του Νεομάρτυρος Αγίου Δημητρίου και διασώζει μέσα από τους ύμνους και το συναξάρι συγκλονιστικά στοιχεία.
Ενώ ο Μάρτυς οδηγείτο στο μαρτύριο οι Τριπολιτσιώτες, αψηφώντας το φόβο, έτρεχαν κοντά του, με αναμμένα κεριά και λιβανιστήρια μέσα στα οποία έκαιαν θυμίαμα και τον παρακαλούσαν να δέεται γι’ αυτούς όταν θα βρεθή στη Βασιλεία του Θεού.
Μετά την αποτομή της Τιμίας Κεφαλής του ο Διάκονος Ιωσήφ, έβαψε το μαντήλι του στο αίμα του Μάρτυρος και με αυτό εσταύρωσε το ετοιμοθάνατο παιδί του αδελφού του, το οποίο αμέσως εθεραπεύθη. Πρόκειται για το πρώτο θαύμα, το οποίο επετελέσθη δια των πρεσβειών του Αγίου και μετά το οποίο πολλά άλλα επηκολούθησαν κυρίως θεραπείες δαιμονιζομένων. Πολλοί εξ αυτών φώναζαν «Μας έκαψε ο κοψοκέφαλος» εννοώντας τον αποτμηθέντα την κεφαλήν, τρισμακάριον Δημήτριον. Το Λείψανό του ακέφαλο, το πέταξαν οι Τούρκοι μετά τρεις ημέρες, έξω από τα τείχη της πόλεως, απ όπου, το πήραν ευλαβικά τα άγια χέρια των Μοναχών της Ιεράς Μονής του Αγίου Νικολάου των Βαρσών και το μετέφεραν στο Μοναστήρι, όπου το ενεταφίασαν με τις μαρτυρικές τιμές εντός του Ιερού Ναού. (Ο τάφος του δεικνύεται μέχρι σήμερα, δεξιά των εισερχομένων στο Καθολικό της Μονής).
Η Αγία Κάρα Του, ετάφη εντός του Ιερού Βήματος του Ιερού Ναού του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου Τριπόλεως, πίσω από την Αγίαν Τράπεζα, από τον Ιερέα – Οικονόμο π. Αντώνιο. Εκ του τόπου όπου ετάφη η Αγία Κάρα ανέβλυσε μύρον. Σήμερα η Αγία Κάρα, ευρίσκεται στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Βασιλείου Τριπόλεως, σε αργυρά Λειψανοθήκη, τοποθετημένη σε καλλιμάρμαρο προσκυνητάρι.
Τα υπόλοιπα Λείψανά Του τοποθετήθηκαν κατ’ αρχάς, μετά την ανακομιδή (1909) σε ξύλινη λειψανοθήκη και αργότερα σε αργυρά, η οποία τα τελευταία έτη επί της ηγουμενείας στη Μονή Βαρσών, του νυν Μητροπολίτου Πατρών κ. Χρυσοστόμου, αντικαταστάθηκε με άλλη βαρύτιμη αργυρά λάρνακα, η οποία τοποθετήθηκε σε ξυλόγλυπτο κουβούκλιο εντός του Καθολικού της Ιεράς Μονή
Γρηγόριος ο Ε΄ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Ἀπολυτίκιον.
Ἡ Πελοπόννησος ἡ πολυθαύμαστος,
γεννησαμένη σε, Μάρτυς Γρηγόριε,
καὶ θρεψαμένη καλλοναῖς, αὐγάζεται τῆς δόξης σου,
μᾶλλον δ’ ἡ περίδοξος Ἀθηνῶν πόλις τέρπεται,
ἐν τοῖς κόλποις ἔχουσα, τὸ σεβάσμιον σκῆνός σου.
Διὸ καὶ γεγηθυῖαι κραυγάζουσι, δόξα Θεῷ τῷ Παντοκράτορι.
Γεννήθηκε το 1746 στη Δημητσάνα από φτωχούς γονείς, τον Ιωάννου και την Ασημίνας Αγγελοπούλου. Το κοσμικό όνομά του ήταν Γεώργιος Αγγελόπουλος. Μετά τις βασικές σπουδές στο χωριό του, το 1765 πήγε στην Αθήνα για δύο χρόνια όπου μαθήτευσε παρά τον Δημήτριο Βόδα. Το 1767μετέβη στη Σμύρνη όπου ένας θείος του που ήταν νεωκόρος στο Ναό Αγίου Γεωργίου της Σμύρνης, τον βοήθησε να σπουδάσει στο περιώνυμο Γυμνάσιο της πόλης για πέντε χρόνια. Από την παιδική του ηλικία ο Γιώργιος Αγγελόπουλος είχε σχέση με τη Μονή Φιλοσόφου της Αρκαδίας, μέσω της οποίας ενισχύθηκε ο έμφυτος ασκητισμός του. Έτσι, εκάρη μοναχός στις Στροφάδες στη Μονή του Αγίου Διονυσίου και πήρε το όνομα Γρηγόριος.
Στη συνέχεια ο Γρηγόριος αφού σπούδασε θεολογία και φιλοσοφία στην Πατμιάδα Σχολή, υπό τους Δανιήλ Κεραμέα και Βασίλειο Κουταληνό επέστρεψε στη Σμύρνη, κατόπιν πρόσκλησης του τότε Μητροπολίτη Σμύρνης Προκόπιου, όπου και χειροτονήθηκε διάκονος και αρχιδιάκονος. Γρήγορα χειροτονήθηκε Ιερέας και κατόπιν ανέλαβε Πρωτοσύγκελος Σμύρνης, θέση που διατήρησε μέχρι το 1785.
Σημειώνεται ότι κατά την περίοδο της Διακονίας του στη Σμύρνη, ο Γρηγόριος διατηρούσε αλληλογραφία με τον εκ Δημητσάνας επίσκοπο Μεθώνης Άνθιμο Καράκολο, γνωστό υποκινητή της περιοχής στην επανάσταση των Ελλήνων στα Ορλωφικά. Από την αλληλογραφία εκείνη σώθηκε μια πολύτιμη ιστορικά επιστολή του με ημερομηνία 4 Αυγούστου του 1778 όπου θλιμμένος από την ατυχή έκβαση εκείνης της εξέγερσης ενημερώνει τον Άνθιμο ότι 60.000 περίπου Έλληνες από την Πελοπόννησο, μετά τις εκτεταμένες καταστροφές που τους προξένησαν Αλβανοί, έχουν καταφύγει πρόσφυγες στη Σμύρνη και στις γύρω περιοχές οι οποίοι και έγιναν πρόθυμα δεκτοί από τους Αγάδες ως εργάτες, επιτρέποντάς τους να δημιουργήσουν οικισμούς, εκκλησίες κ.λπ. και παράλληλα, απαλλαγή φόρων για μια δεκαετία. Πολλοί δε εξ αυτών άρχισαν να αναπτύσσουν εμπόριο και μέσα στη Σμύρνη
Το 1785 ο Μητροπολίτης Σμύρνης Προκόπιος εξελέγη Οικουμενικός Πατριάρχης, οπότε ο Γρηγόριος χειροτονήθηκε επίσκοπος και τον διαδέχθηκε στη Μητρόπολη Σμύρνης. Από αυτή τη θέση ανέπτυξε πλούσια δραστηριότητα, η οποία τον έκανε ευρύτερα γνωστό. Έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στο κήρυγμα και την κοινωνική δράση, ασχολούμενος ιδίως με την παιδεία του ποιμνίου του.
Τον Μάιο του 1797, μετά το θάνατο του Προκοπίου, ο Γρηγόριος εξελέγη διάδοχός του ωςΓρηγόριος Ε΄. Η πατριαρχία του συνέπεσε με μια δύσκολη περίοδο και δεν ήταν καθόλου ανέφελη. Το1798 εκθρονίστηκε και εξορίστηκε, οπότε αποσύρθηκε στη Μονή Ιβήρων του Αγίου Όρους. Στις 23 Σεπτεμβρίου 1806 επανεξελέγη Πατριάρχης, αλλά το 1808 εκθρονίστηκε και πάλι, εξορίστηκε στηνΠρίγκηπο και κατόπιν κατέφυγε εκ νέου στο Άγιο Όρος. Στις 15 Δεκεμβρίου 1818 εξελέγη για τρίτη φορά Πατριάρχης και επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη τον Ιανουάριο του 1819.
Κατά τη διάρκεια της τρίτης αυτής πατριαρχίας του ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση του 1821. Ο Πατριάρχης αρνήθηκε να συμμετάσχει στη Φιλική Εταιρεία. Σύμφωνα με τον Τ. Κανδηλώρο, βιογράφο του Πατριάρχη, ο Γρηγόριος "Ως αντιπρόσωπος του Χριστού ουδέποτε έπρεπε να υπογράψει έγγραφο εις το οποίον δεν πίστευε. Αλλά ως αρχηγός κινδυνεύοντος έθνους όφειλε να στέρξει μέτρο, όπερ έστω και προσωρινώς έσωζε τους ανίσχυρους και εμπεπιστευμένους αυτώ πληθυσμούς εκ της σφαγής".
Εν τω μεταξύ, ο Σουλτάνος, υπό την πίεση ακραίων μουσουλμανικών διαδηλώσεων κατά των Ελλήνων, ζήτησε από τον Σεϊχουλισλάμη Χατζή Χαλίλ να εκδώσει διαταγή (φετφά), σχετικά με τη γενική σφαγή των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης. Ο Χατζή Χαλίλ, ύστερα από διαβουλεύσεις με τον Γρηγόριο, ο οποίος του ξεκαθάρισε πως ο ίδιος και το Γένος ήταν αμέτοχοι στην επανάσταση, και βασιζόμενος σε ένα εδάφιο του Κορανίου, αρνήθηκε να εκδώσει τη φετφά τoυ Σουλτάνου.
Αυτό εξόργισε τον Σουλτάνο, ο οποίος τιμώρησε με θάνατο τον Χατζή Χαλίλ και θεώρησε υπεύθυνο και τον Γρηγόριο Ε'. Αυτό το γεγονός οδήγησε τον Σουλτάνο όχι μόνο να καθαιρέσει, αλλά και να εκτελέσει τον Γρηγόριο. Έτσι, μετά τη λειτουργία του Πάσχα (10 Απριλίου 1821) συνελήφθη, κηρύχθηκε έκπτωτος και φυλακίστηκε. Το απόγευμα της ίδιας μέρας απαγχονίστηκε στην κεντρική πύλη του Πατριαρχείου, όπου παρέμεινε κρεμασμένος για τρεις ημέρες, εξευτελιζόμενος από τον όχλο. Κατόπιν, μια ομάδα τριών Εβραίων αγόρασαν το πτώμα του, το περιέφεραν στους δρόμους και το έριξαν στον Κεράτιο κόλπο. Τα ονόματα των τριών αυτών Εβραίων ήταν Μουτάλ, Μπιταχί και Λεβύ. Τη σκηνή της περιφοράς του σκηνώματος από τους τρεις Εβραίους έχει αποδώσει παραστατικά σε πίνακά του ο γερμανός ζωγράφος Πήτερ φον Ες.
Ένας Κεφαλονίτης πλοίαρχος, ονόματι Νικόλαος Σκλάβος, βρήκε το σκήνωμα και το μετέφερε στην Οδησσό, όπου και ετάφη στον ελληνικό Ναό της Αγίας Τριάδος. Από εκεί μεταφέρθηκε στην Αθήνα, 50 χρόνια μετά, και έκτοτε φυλάσσεται σε μαρμάρινη λάρνακα στο Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών.
Η κεντρική πύλη του Πατριαρχείου, όπου απαγχονίστηκε ο Γρηγόριος Ε΄, παραμένει κλειστή και σφραγισμένη μέχρι και σήμερα, σε ένδειξη τιμής.
Στο Πατριαρχείο εισέρχεται κανείς από τότε μόνο από τις πλάγιες πύλες.
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ
+ Ιερεύς Ιωάννης Σουρλίγγας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου